Σελίδες

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009

Έχει φύγει..


12 Μαϊου, πριν λίγα χρόνια, σαν να'ταν χθες..


Μετα βίας κατάφερα να κοιμηθώ για λίγο. Χτες βράδυ, πίστεψα πως δεν έχει άλλη ζωή..

Η μητέρα μου έκανε σχέδια για το πώς θα κάθονται στη βεράντα το καλοκαίρι..

Η γυναίκα μου, κανόνιζε να του φέρνει φαγητό για να μην ασχολείται η μάνα μου..

Ο μεγάλος μου γιός, τον φίλησε και κείνος έβαλε όλη τη δύναμη που του'χε απομείνει και άφησε ένα φιλί στο μάγουλό του..Ο μικρός μου γιός, δεν ξέρω πώς, αλλά του'ρθε να του φιλήσει τα πόδια.. και το'κανε.

Όταν χαιρέτησα είπα "αριβεντέρτσι.." και τον είδα βγαίνοντας από την κρεβατοκάμαρα με την άκρη του ματιού μου να μου γνεύει κουνώντας τα δάχτυλα του χεριού του που ήταν πάνω από τα σκεπάσματα.

Σήμερα, είναι μια άλλη μέρα..

Το τηλέφωνο χτύπησε, τα αυτιά μου βούιζαν, ακούγοντας τη μητέρα μου, "Πάμε στο νοσοκομείο" ..

Έκανα λίγο δρόμο με το αυτοκίνητο και το άφησα κάπου έξω από το δακτύλιο γιατί δεν κυκλοφορούσα, να πάρω ταξί.

Έβαζα στο μυαλό μου τα χειρότερα. Είχα γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα..

Μετά πάλι, σκεφτόμουν πως δεν θα'ναι τίποτα.. "θα πάρει παράταση" έλεγα να διασκεδάσω την αγωνία μου.

Μπήκα επιτέλους στο ταξί που θα με οδηγούσε στο νοσοκομείο. Μόλις ξεκίνησε, θες η ζέστη, θες η αγωνία μου.. χάθηκα στον κόσμο μου.Σε ένα κόσμο αληθινό όμως, που έζησα..

Ήμουν παιδί και αμαβόσβηνα τα φώτα του μαγαζιού για να παίξω.. Με κυνηγούσε με ένα πατσαβούρι. Έτρεχα ξέροντας ότι όσο λίγο και να τρέξω, δεν θα με πιάσει. Δεν ήθελε να με πιάσει..Μετά, κατέβαινα τα σκαλιά και κείνος αντικρύζοντάς με κατακόκκινο απ'τον ήλιο του καλοκαιριού έχοντας 4-5 μέρες να με δει, ξεφώνιζε ανοίγοντας τα χέρια του "βρε !! το γαριδάκι μας !!"

Τώρα, ποτίζω.. έρχομαι συχνά να του κάνω παρέα στο φτωχό εξοχικό μας με τον υπέροχο κήπο.

Οι κυριακές είναι πολύτιμες.

Και για κείνον είναι, που σηκώνεται από τα χαράματα να πάει να ποτίσει, να τα βρούμε όλα όμορφα κι ανθισμένα όταν θα χαιρόμαστε το Πάσχα καμαρώνοντας τον κήπο.

Θυμάμαι μια ιστορία που μου είχε πει, από τα δύσκολα χρόνια, της πείνας..

Μαζί με ένα φίλο του, ήταν παιδιά ακόμα, βρέθηκαν στην Αθήνα με ένα μπαουλάκι να'ναι όλο τους το βιός. Και βρέθηκε άνθρωπος, -μια φουρνάρισα- που τους το αντάλλαξε με ένα καρβέλι ζεστό ψωμί. Το'φαγαν και τους έφαγε. Θα έσκαγε η ζύμη στο στομάχι τους. Χέρι-χέρι, έτρεχαν στους δρόμους να σταματήσουν τον πόνο. "Αν θες να μην πεθάνουμε, τρέχα" έλεγε ο ένας στον άλλο.

Μετά, στα "εύκολα χρόνια", τον θυμάμαι να κάνει μια το ένα, μια το άλλο...

Ένας νεαρός τυφλός, με το μπαστουνάκι του, κατέβαινε τα σκαλιά του μαγαζιού σχεδόν κάθε μέρα, για το μεσημεριανό του φαγητό.. Την ώρα της πληρωμής, άνοιγε την παλάμη του ή το πορτοφολάκι κι ο πατέρας μου του τα ανακάτευε για να τον μπερδέψει.. για να μην καταλάβει ότι δεν του παίρνει χρήματα..όταν όμως τον έβλεπε να στεναχωριέται, να κοκκινίζει του'παιρνε κανένα ταληράκι, να μην τον προσβάλει..

Είχαμε και ένα παππού στη γειτονιά, που του πήγαινα το φαγητό του σ'ένα άθλιο παλιό και βρώμικο σπίτι.Σ'ένα δωμάτιο που είχε μόνο ένα ντιβάνι ένα κομοδίνο και μια καρέκλα..

Τώρα, είμαι γαμπρός.. Σηκωθήκαμε από το τραπέζι, βγήκαμε στο δρόμο και ήρθε η ώρα του αποχαιρετισμού.. Στάθηκε στη μέση του πεζοδρομίου και ανοίγοντας διάπλατα το χαμόγελο και την αγκαλιά του μας κράτησε και τους δυό και σκουπίζοντας τα δάκρυά του μας ευχήθηκε '..να'στε ευτιχισμένοι !"

Τώρα πια, θα ζούσαμε χώρια.
Χώρια βέβαια ήταν μόνο τα σπίτια μας.

Πόσα καλοκαίρια περάσαμε σ'αυτόν τον μικρό υπέροχο κήπο και πόσοι άνθρωποι χωρέσαμε να κοιμηθούμε σ'αυτό το μικρό σπιτάκι..

Κι εδώ, το Χειμώνα, δεν αφήσαμε γιορτή χωρίς γονείς...

Μια φορά χρειάστηκε να δει κάποιον μας σε νοσοκομείο (στις αμυγδαλές του γιού μου) και έγινε ράκος. "Το πιτσουνάκι μου, τώρα εγχειρίζεται" ψέλιζε πίνοντας ένα κονιάκ στο bar του νοσοκομείου. Μετά από λίγο, βγήκε έξω.. δεν άντεξε.. τα έβγαλε όλα..

Μπαίνοντας στο μαιευτήριο για τη γέννηση του δεύτερου γιού μου, ήταν εκεί με τη μητέρα μου και μας περίμεναν από νωρίς.. 'Όλα θα πάνε καλά " θυμάμαι που'λεγε.

Παππού, πες μου το ένα, πες μου το άλλο.. κι όλες οι απορίες τους λύνονταν..

Ένας άνθρωπος εγκυκλοπαίδεια..

Ποτέ δεν θυμάμαι να εκδικείται κάποιον.. και ποτέ δεν μου είπε για κανέναν κάτι κακό..

Τώρα, πάμε στο νοσοκομείο για νοσηλεία.. μόλις μας είπε ο γιατρός τα νέα "καρκίνος του πνεύμονα, με μετάσταση στο κεφάλι.."

'Τι είπαν οι γιατροί" ρώταγε.. Τίποτα, έλεγα, θα δούμε..

Πάντα έλεγε πως αν ποτέ μπλέξει με νοσοκομεία θα είναι για σχόλασμα..

Πάμε για νοσηλεία.. Κούνησε το χέρι του σα να λέει "τώρα, άστα.."

Η κάθε μέρα ήταν χειρότερα από την προηγούμενη.

Καπνίζεις ακόμα ; του λεγα.. και κείνος απαντούσε "..τι τα θέλεις, να πάω στα εκατό ; "

Κάθε μέρα και ένας πόνος που όλο μεγάλωνε.. και με έπνιγε.. πώς θα μπορέσω κάποια στιγμή να διαγράψω ένα τόσο αγαπητό μου πρόσωπο.. πώς;

Όποτε είχα δουλειά μακριά, πήγαινα γρήγορα με ανοιχτό παράθυρο και άφηνα τα δάκρυα να μου παγώνουν το πρόσωπο..

-Φτάσαμε νεαρέ.. μου 'πε έντονα ο ταξιτζής διακόπτοντας βίαια το "ταξίδι" μου..

"Έφυγε" ήταν η μόνη κουβέντα της μάνας μου.

Κι ένα κομμάτι του κόσμου μου το πήρε μαζί του, ξεριζώθηκε.. και σφήνωσα βαθιά μέσα μου ότι με έδενε, τόσο που με πονάει ακόμα μα κάποιες φορές μου δίνει μια γαλήνη νομίζοντας πως είμαι στον κήπο του που τόσο λάτρεψε, μικρός.. και τον ακούω να μου λέει, "στη ρίζα το λάστιχο, μη σπαταλάμε το νερό πίτσο μου" παίζοντας εγώ το συντριβάνι..

Κι από ένα τέτοιο κομμάτι, ότι γλυκό και όμορφο, τρυφερό, μοιράζω στην οικογένειά μου..





19 σχόλια:

παλ_Εύη είπε...

Πράγματι είναι δύσκολο να χάνεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο. Μόνο που στην πραγματικότητα, πάντα σου μένουν οι αναμνήσεις και όσα σου έχει διδάξει για να τα περάσεις στους επόμενους. Αυτό κάνεις νομίζω κι εσύ και όλοι έτσι πορευόμαστε. Είναι δύσκολο πάντως να τα μοιράζεσαι αυτά, είναι καταθέσεις ψυχής.

D.Angel είπε...

Σ ευχαριστώ από την καρδιά μου που το μοιράστηκες μαζί μας!!!Δεν ξέρω τι να σου πω για να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα κι έτσι προτιμώ να σωπάσω!!!Φιλιά!

anepidoti είπε...

γλυκέ μου καινούριε e-φίλε,
ήταν καρμικό να σε διαβάσω για τον ίδιο πόνο και απ΄την ίδια ακριβώς αιτία...και κλαίω και δεν ντρέπομαι, σπάνια το παθαίνω, πέρασαν λίγα χρόνια βλέπεις και σου κρατώ το χέρι...
τίποτε άλλο, κούρνιασε σε ακριβές αγκαλιές και πένθησε, του αξίζει..

laminore είπε...

Είναι σκληρή η απώλεια αγαπημένων ανθρώπων, των δικών μας ανθρώπων.. κ τα λόγια τόσο φτωχά..

Ανώνυμος είπε...

Πάνε 12 χρόνια τώρα που έζησα ακριβώς την ίδια τραγωδία και 12 χρόνια που προσπαθώ να συνηθίσω αυτή την απώλεια. Δεν συνηθίζεται. Είναι πάντα ένα κενό που χάσκει και κανένας δεν μπορεί να το αναπληρώσει.

Ανώνυμος είπε...

Να είσαι περήφανος που είχες την ευκαιρία να έχεις δίπλα σου ένα τέτοιο άνθρωπο να σε καθοδηγήσει και να σε διδάξει στα βήματα σου... προσπάθησε να κάνεις το ίδιο για τα παιδιά σου... και για όσους ακόμη μπορείς...

Οι άνθρωποι φεύγουν πραγματικά από την ζωή μας μόνο όταν τους ξεχνάμε... και εδώ αντικρύζω τόσες δυνατές μνήμες που τολμώ να πω... ζηλεύω...

Paranoia είπε...

Είναι καλά εκεί που είναι
ξέροντας πως σε άφησε πίσω
κι είσαι όλο ζωή και μνήμες

καλή δύναμη

Σταλαγματιά είπε...

Μου είναι δύσκολο να μιλήσω,
Οι εικόνες αυτές με τρομάζουν τόσο.
Πάντα θα νιώθουμε παιδιά και είναι αδύνατο να συμβιβαστούμε με την ιδέα του χαμού αυτών των ανθρώπων που είναι ολόκληρη η ύπαρξη μας.
Πώς να χαιρετίσεις έναν άνθρωπο που ήταν εκεί σε κάθε σου στιγμή καλή και άσχημη, πώς να πει αντίο σε εκείνον που κάθε σου ανάμνηση περιλαμβάνει την μορφή του και η καρδιά σου είναι γεμάτη από την αγάπη του.
Ποτέ όχι ποτέ δεν θα το αποδεχτείς και κάθε μέρα που θα σε παίρνει από την μορφή του θα είναι σαν να μην πέρασε ποτέ γιατί δεν θα είναι ικανή να σβήσει καμιά ανάμνηση…..

Lefki είπε...

Για'μένα πέρασαν 9 χρόνια.

Ανώνυμος είπε...

πολυ ανθρωπινο...

JK O SΚΡΟΥΤΖΑΚΟS είπε...

ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΕΝΟΣ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ.ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΑ Η ΖΩΗ.ΟΣΟ ΕΣΕΙΣ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΤΕ ΘΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΗ Η ΨΥΧΗ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΣΑ ΣΑΣ.ΟΣΟ ΠΕΡΝΑΕΙ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΤΟΣΟ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ.ΝΑ ΕΧΕΤΕ ΔΥΝΑΜΗ ΨΥΧΗΣ ΝΑ ΑΝΤΕΞΕΤΕ.

Ανώνυμος είπε...

Αν κρίνω από τον τρόπο που εκφράστηκες … ο πατέρας σου άφησε πίσω του πολύ αγάπη και σας άγγιξε όλους σε τέτοιο βαθμό που πάντα θα υπάρχει κάτι απ’ αυτόν σε όλες τις στιγμές σας. Δεν το έχω βιώσει … και ούτε θέλω να το σκέφτομαι. Απλά τους αγαπάω και δεν χάνω πια ευκαιρία για να τους το δείχνω …. Οι πιο ζεστές και συγκινητικές αναρτήσεις είναι αυτές που είναι βγαλμένες απ’ τη ζωή μας. Να ‘σαι καλά !!

Γιάννης Πετρόπουλος είπε...

Φίλε αετέ, το να αγαπάς τους δικούς σου ανθρώπους, είναι φυσιολογικό.
Το να εκφράζεσαι έτσι γι' αυτούς, μετά από λίγα χρόνια, είναι κι αυτό φυσιολογικό.

Το εκπληκτικό είναι ότι υπάρχουν (και όχι υπήρχαν) τέτοιοι άνθρωποι, ικανοί να αφήσουν αυτά τα συναισθήματα σε άλλους ανθρώπους, με το πέρασμά τους από τη γη.

Ο πατέρας σου συνεχίζει και να υπάρχει και να σε καθοδηγεί και να γεμίζει το νου σου με ανώτερα συναισθήματα.

Δεν μπορώ να σε διαβεβαιώσω, όμως το ίδιο ισχύει και για εκείνον.

Η μητέρα σου σωστά το είπε, "έφυγε", έτσι απλά, διότι δεν χάθηκε.

Να τον κρατάς κοντά σου και κοντά στα παιδιά σου.

Να είσαι πάντα καλά και χρήσιμος άνθρωπος.

Υ.Γ. Χαίρομαι που το διάβασα αυτό...

SummerDream είπε...

Δεν έχω να σου πω πολλά! Η περιγραφή σου στο κείμενο με συγκίνησε για τον αγαπημένο σου πατέρα. Να τον θυμάσαι πάντα έτσι, με αγάπη!

zoyzoy είπε...

Είναι σαν να ξεριζώνουν από μέσα σου ένα κομμάτι ο χαμός αγαπημένων προσώπων.Πρέπει να κρύψεις τον πόνο σου να πνίξεις το δάκρυ και να'χεις ζωντανές τις αναμνήσεις να σε γλυκαίνουν.Είσαι τυχερός που του΄δειξες την αγάπη σου και την εισέπραξε, το άσχημο είναι όταν δεν έχεις την ευκαιρία στο αγαπημένο σου πρόσωπο να του δείξεις πόσο τον αγαπάς και να μείνεις και με την πίκρα και τον πόνο!!
Καλή εβδομάδα.

ΟΔΥΣΣΕΑΣ είπε...

Σε ευχαριστω που το μοιραστηκες.
Συνεχισε να κανεις τον πονο σου δημιουργια και την αναμνηση αυτου του ωραιου ανθρωπου εμπνευση για μια καλυτερη ζωη.

VAD είπε...

Καλή σου μέρα,Αετέ!Ασχημη μέρα διάλεξα να πρωτομπώ στο μπλογκ σου.Ποτε΄δε θα μπορέσουμε να συμβιβαστούμε με την απουσία αγαπημένου προσώπου...
Θα τα λέμε...

Me:Moir είπε...

Με συγκίνησε βαθύτατα το κείμενό σου.
Όσοι φεύγουν απο τη ζωή δεν φεύγουν απαραίτητα και απο μέσα μας. Κράτα την αγάπη ζωντανή και το ίδιο θα γίνει και με την ανάμνηση του ανθρώπου σου.

Κώστας είπε...

Αγαπητέ Αετέ,

μπήκα στο μπλογκ σου για να σε
ευχαριστήσω για την υποστήριξη που
εξέφρασες στο «τι εστίν αλήθεια;», κι έπεσα
πάνω στα δυσάρεστα νέα.

Τα λόγιά σου, αγαπητέ φίλε, πραγματικά με
συγκλόνισαν και ξύπνησαν μέσα μου οδυνηρές
θύμησες. Επίτρεψέ μου λοιπόν να επικολλήσω
ένα κείμενο που έγραψα πέρυσι τέτοια εποχή
στον Αταίριαστο με αφορμή την απώλειά
τής αγαπημένης του μητέρας - θα μπορούσε
να είχε γραφτεί και για σένα:

«Τον πατέρα μου τον έχασα πριν από 7
χρόνια. Με την ιδέα ότι αυτό αργά ή γρήγορα
θα συνέβαινε, μπορώ να πω ότι είχα
συμφιλιωθεί, αφού η νεφρική ανεπάρκεια
από την οποία έπασχε τα τελευταία χρόνια,
επιδείνωνε όλο και περισσότερο την
κατάσταση τής υγείας του. Τους τελευταίους
τρεις μήνες τής ζωής του, με το που έβγαινε
από τον νοσοκομείο, ξανάμπαινε! Το έβλεπα
λοιπόν να έρχεται και προσπαθούσα να
συμβιβαστώ με την πραγματικότητα. Και
πράγματι, όταν έφυγε, ήμουν ο πιο ψύχραιμος
απ’ όλους - σε σημείο που ν’ ανησυχούν
οι υπόλοιποι μήπως… μού τη βάρεσε!
Κι η αλήθεια είναι ότι ακόμα κι εγώ ο ίδιος
απορούσα με τον εαυτό μου. Όμως έλεγα:
“Ο πατέρας μου έφυγε κι όπου κι αν πήγε,
πήγε. Η ανάμνησή του θα μείνει για πάντα
μέσα μου και αυτό είναι που μετράει. Όμως
τώρα έχω μια καινούργια οικογένεια - έχω
τη γυναίκα μου, το παιδί μου (το δεύτερο
ήρθε αργότερα) και γι’ αυτό… η ζωή
συνεχίζεται!”. Και όντως συνεχίστηκε.
Στο μνήμα του μπορεί να μην πηγαίνω,
ούτε να προσποιούμαι στα μνημόσυνα ότι…
κάτι συνταρακτικό λαμβάνει χώρα εκείνη
τη στιγμή, όμως τον σκέφτομαι συχνά.
Του μιλώ όταν είμαι μόνος. Του ζητώ
συγγνώμη για πράγματα που ακόμα με
βαραίνουν. Του λέω ότι μου λείπει. Και πόσο
θα ’θελα να ’ταν εδώ. Και κλαίω. Όπως και
τώρα που σου γράφω τις γραμμές αυτές.
Έτσι είναι όμως. Είναι μια διαδικασία που
απλά θα πρέπει να την περάσεις. Ενοχές
και γιατί θα υπάρχουν πάντα. Στο πρόγραμμα
είναι κι αυτό. Είναι στη φύση τού ανθρώπου.
Κι εγώ, ακόμα και σήμερα όταν βρεθώ
μπόσικος, νοιώθω να με βαραίνουν διάφορα
πράματα: Γιατί δεν πέρασα απ’ το νοσοκομείο
τις δύο τελευταίες μέρες; Γιατί δεν τον πρόλαβα
προτού φύγει για πάντα από κοντά μας; Γιατί
δεν του είπα ότι τον αγαπώ, την τελευταία
φορά που τον είδα; Γιατί φοβόμουν ο άθλιος
να δούμε το ματς μόνοι μαζί, μην τυχόν και
γυρνούσε η γλώσσα του (όπως συχνά
συνέβαινε τον τελευταίο καιρό) και δεν ήξερα
τι να κάνω; Γιατί το ένα; Γιατί το άλλο;
Απάντηση φυσικά δεν υπάρχει. Και ξέρεις τι,
είμαι σίγουρος πως κι αν τώρα ζούσε ακόμα,
πάλι τα ίδια θα ’κανα… Κουράγιο λοιπόν
και κοίτα μπροστά. Υπάρχουν άλλοι που σε
χρειάζονται!»